…ή Οι γραμμές διαφυγής του Γιάννη Στεφανάκι
1. Άνθρωπος μετεωριζόμενος πάνω από την πόλη ακροβατεί πάνω σε ένα σκοινί, σε μια γραμμή με κατεύθυνση άλλα μετέωρα, κάποιο σύννεφο ή το φεγγάρι. Προσπάθεια επαναλαμβανόμενη, με διαφορετικούς όρους κάθε φορά, όνειρο που αλλάζει σχήμα, επαναφέροντας ξανά και ξανά το ίδιο αίνιγμα, επίμονο, ίσως οδυνηρό, σαν επωδό, μια ritournelle. Εικόνες περιπλάνησης στους αιθέρες, αιθεροβασίες, ονειροβασίες του εικαστικού Γιάννη Στεφανάκι (ΓΣ). Τα πάντα παίζονται πάνω σε μια γραμμή. Ποιος ζωγράφος δεν το ξέρει; Ή και ποιος γιατρός που ανιχνεύει στη γραμμή του ηλεκτροκαρδιογραφήματος τη μεθόριο της ζωής και του θανάτου;
Τα πάντα παίζονται στη γραμμή. Όλα θα εξαρτηθούν από μια γραμμή διαφυγής, μια ligne de fuite όπως θα έλεγε ο Gilles Deleuze. Η γραμμή διαφυγής που πάνω της βαδίζει ο άνθρωπος του ΓΣ είναι μια ηρακλείτεια οδός ευθείη και σκολιή. Καθώς η όλη εικόνα αμφισβητεί τα φαινόμενα και την κυριαρχία της βαρύτητας, δεν είναι κανείς σίγουρος αν αυτή η στενότατη ατραπός οδηγεί όντως προς τα πάνω. Γραμμή διαφυγής δεν σημαίνει καθόλου γραμμική πορεία, το αντίθετο. Η διάβαση γίνεται πάνω στο κενό, περικυκλώνεται από το κενό. Πώς μπορείς να μιλάς για ανάβαση όταν αμφισβητούνται όλα τα δεδομένα της «κανονικής» ένταξης στο χώρο, όταν οδός άνω κάτω μία και αυτή; Ανά-βαση; Κατά-βαση; Διά-βαση από πού; Μετά-βαση προς τα πού;
2. Την απάντηση στο αίνιγμα του μετεωριζόμενου ανθρώπου θα την αναζητήσουμε σε ένα άλλο αίνιγμα, στη μυστηριώδης λέξη του σκοτεινού Ηράκλειτου στο μονολεκτικό απόσπασμα 122. Αιωρείται και αυτή μοναχή της στο κενό όσων προηγήθηκαν κι όσων ακολουθούν: …αγχιβασίην…
Συνήθως μεταφράζεται σαν «προσπέλαση» ή «προσέγγιση». Στο “Λεξικό του Σουίδα” η αναφορά του Ηρακλείτου στην αγχιβασίη συνδέεται με το ρήμα αγχιβατείν και το αντίστοιχο στην ιωνική διάλεκτο αμφισβατείν. Αγχιβατώ ή αμφισβατώ ή αμφισβητώ σημαίνει προσεγγίζω και ταυτόχρονα δι-ίσταμαι, στέκομαι ανάμεσα σε διιστάμενα αντίθετα, προσεγγίζω διιστάμενα αντίθετα και συνάμα τα αμφισβητώ. Η αγχιβασίη είναι αμφισβήτηση, κριτική στάση, διά-βαση όχι απλώς από ένα άκρο σε ένα άλλο αλλά μέσα και από τα δύο άκρα μιας αντίφασης.
Ο άνθρωπος του ΓΣ δεν μετεωρίζεται μεταξύ πραγματικότητας και ονείρου, αλλά διασχίζει την πραγματικότητα μέσα από το όνειρο και διεισδύει στο όνειρο μέσα από την πραγματικότητα.
3. Αυτή η ταυτόχρονη διάβαση και από τους δύο πόλους της αντίφασης γίνεται βέβαια με εικαστικά μέσα και παρατηρείται από πολύ νωρίς στα έργα του ΓΣ. Ήδη από το 1990, (στο κείμενο του Αντρέα Παγουλάτου που συνοδεύει την έκθεση του ΓΣ στη Γκαλερί 3) επισημαίνεται η διαλεκτική χρήση των εικαστικών αντιθέτων: το «μικτό-θολό» του χρώματος και της ύλης και το διαυγές της σύνθεσης, το ανάγλυφο και το αφαιρετικό, ο αφανισμός του πραγματικού κι η ενσωμάτωση του πραγματικού, το έργο ως ατέρμων κι ως τερματιζόμενη διαδικασία- όπως έβλεπε κι ο Φρόϋντ την ψυχανάλυση.
Η ταυτόχρονη εμφάνιση των αντίθετων στην ενότητά τους δεν σημαίνει και την συμφιλίωσή τους. Βρισκόμαστε πάντα κάτω από τον αστερισμό του Ηράκλειτου όπου η αγχιβασίη παραμένει ανοικτή διαδικασία και κάθε άλλο παρά ταυτίζεται με την συμφιλιωτική σύνθεση, την Aufhebung του Hegel.
«Η πληγή του αρνητικού πρέπει να παραμένει διαρκώς ανοιχτή» μας προειδοποίησε ο Soeren Kierkegaard. Ανοικτή σαν μια διέξοδος που δεν κλείνει. Μια γραμμή διαφυγής. Αλλιώς, η πληγή δεν πρόκειται να επουλωθεί αλλά να κακοφορμίσει. Η πληγή του ΓΣ παραμένει ανοιχτή επί δεκαετίες. Σε μια ξυλογραφία του, το 1984, ένας νεοκλασικός εξώστης ατενίζει το κενό που το διασχίζει εγκάρσια μια γραμμή. Αντί τίτλου, η φράση-κραυγή: “Θέλει να φύγει, να χαθεί, διέξοδο ζητά”. Όλο το έργο του Στεφανάκι είναι η διαρκής μεταμόρφωση αυτής τη ίδιας κραυγής.
Οι ξυλογραφίες και τα τελάρα του, οι κιβωτοί του, τα παράθυρα, τα θρανία των μαθητικών χρόνων, οι σβούρες, οι χαρταετοί, τα Τεχνοπαίγνια, οι σκάλες και τα σκοινιά της αιθεροβασίας συνιστούν machines désirantes, επιθυμητικές μηχανές, τεχνάσματα για να διαφύγει η επιθυμία από τις καθηλώσεις που την απονεκρώνουν.
“Να φύγει, να χαθεί”. Να χαθεί; Αυτό μπορεί να έχει δύο εντελώς διαφορετικές ή και αντίθετες σημασίες. Πρώτον, η επιθυμία να χαθείς μπορεί να σημαίνει την επιθυμία να αφανιστείς. Η διαφυγή της επιθυμίας μετατρέπεται σε πόθο εκμηδένισης, ενόρμηση θανάτου. Αλλά μπορεί να είναι και επιθυμία να χαθείς στο άγνωστο, σε ένα λαβύρινθο, στους δρόμους μιας αέναης περιπλάνησης. Ο αιθεροβάτης του ΓΣ θυμίζει τον flâneur του Walter Benjamin μέσα στην μοντέρνα πόλη. Μια τέτοια, όμως, περιδιάβαση, μια τέτοια flânerie στους δρόμους της μοντέρνας ζωής, δεν είναι ταυτόχρονα και διάβαση θανάτου – μια αγχιβασίη σε ζωή και θάνατο;
4. “Διέξοδο ζητά”. Μια γραμμή διαφυγής. Στο έργο του ΓΣ Η απόδρασις ( μικτή τεχνική σε μουσαμά 2001), η γραμμή διαφυγής είναι ο Έρωτας, με τα ερωτευμένα πουλιά να ξεχωρίζουν από το πλήθος και να απομονώνονται στα ύψη που δείχνει η ιπτάμενη χαρτοσαΐτα.
Σε ένα άλλο έργο, στη ξυλογραφία του 2005, η γραμμή διαφυγής παίρνει άλλη μορφή: σε μια μετεωριζόμενη στο χάος Πόλη, όπου ένα πλήθος από κλίμακες δραπέτευσης είτε οδηγούν σ’ αυτήν ή από τις στέγες της υψώνονται πέρα από αυτήν στο κενό, η απόδραση, στον τίτλο, χωρίζεται στα δύο κι εμφανίζεται σαν ανοικτό ερώτημα: Από-δραση; Πέρα από τη δραπέτευση, μια άλλη, αντίθετη λειτουργία διαφυγής αποκαλύπτεται: η δράση. Η γραμμή διαφυγής δεν είναι φυγή από τον κόσμο είναι δράση για την αλλαγή του μέσα στην Ιστορία.
Η γραμμή διαφυγής, έλεγε ο Ντελέζ, είναι γραμμή να διαφύγεις και να κάνεις να διαφύγει ο κόσμος. Το ζήτημα είναι οι απειράριθμες και διαφορετικές γραμμές διαφυγής της τέχνης και της ζωής «εις την φυσικήν και την φανταστήν οικουμένην» (Κάλβος) να συνευρεθούν δυναμικά σε ένα επαναστατικό πεδίο αλλαγής των πάντων.
Για να απελευθερωθεί η ζωή, όπου κι αν είναι φυλακισμένη, από ό,τι κι αν την κρατάει δέσμια.
ΣΑΒΒΑΣ ΜΙΧΑΗΛ
Συγγραφέας
Κείμενο από τον κατάλογο των εκδόσεων «Καστανιώτη» με αφορμή την έκθεση στην αίθουσα τέχνης ΕΚΦΡΑΣΗ τον Μάιο του 2008 και στη γκαλερί ΑΜΥΜΩΝΗ τον Ιανουάριο του 2009.