Κρητική η εκδήλωση (17 Νοεμβρίου 2000) όπως και η έκθεση ζωγραφικής (17.11 – 15.12.2000), Κρητικός στην καταγωγή ο τιμώμενος Μανόλης Αναγνωστάκης, Κρητικός και ο εκδότης του περιοδικού Γιάννης Στεφανάκις, ο οποίος και ξεκίνησε όλη αυτή τη δραστηριότητα με ένα αφιερωματικό τεύχος στον προσφιλή συντοπίτη του. Και ο Αναγνωστάκης αποδέχτηκε την πρόταση του περιοδικού καθώς δείχνει να είναι ενδοτικός σε έντυπα που κινούνται εκτός αγοράς, σχεδόν στο περιθώριο. Στην έκθεση συμμετείχαν 17 εικαστικοί με έργα εμπνευσμένα από το ποιητικό σώμα του Αναγνωστάκη. Για τον αναγνώστη που δεν πρόλαβε να ταξιδέψει στο Ηράκλειο Κρήτης για μια περιδιάβαση στην έκθεση, υπάρχει ο κατάλογος που συνοδεύει το τεύχος. Καλή η συνομιλία των εικαστικών με την ποίηση, καλύτερο όμως θα ήταν ένα λεύκωμα με τα πράγματι εξαίρετα κολλάζ του Αναγνωστάκη, δημοσιευμένα άλλοτε στο περιοδικό «Το Τέταρτο». Ένα λεύκωμα, το οποίο πάντα αναμένεται και οι επέτειοι υποτίθεται πως προσφέρουν την ευκαιρία.
Στο τεύχος συμμετέχουν δεκαπέντε ποιητές και μελετητές, οι περισσότεροι, ιδίως οι έχοντες και την ιδιότητα του ποιητή, είτε το ομολογούν ευθαρσώς είτε όχι, εμπλέκονται συναισθηματικά με την ποίηση του Μ. Αναγνωστάκη. Το αφιέρωμα ανοίγει με μια σχεδόν ρομαντική σκιαγράφηση του Αναγνωστάκη στη μακρινή δεκαετία του ’70 από τον Γ. Πιπίνη, έναν ακόμη φυσικό που οι συγκυρίες έφεραν σε λογοτεχνικά εδάφη, όπου και ευδοκίμησε, όπως δείχνει και η πρόσφατη μελέτη του, «Μανόλης Αναγνωστάκης. Ένας φανατικός πεζοπόρος της ποίησης».
Μετά έρχεται η ποίηση: Ο Αλ. Ζήρας αναγνωρίζει ήδη στο πρώτο δημοσιευμένο ποίημα του Αναγνωστάκη, στο περιοδικό «Πειραϊκά Γράμματα», το 1942, τη φροντίδα για ανανέωση “ενός λυρικού, συγκινημένου αισθήματος” που υπάρχει στην παλαιότερη ποίηση. Παραμένοντας στα νεανικά και “ανένταχτα”, μια άλλη κριτική φωνή της λεγόμενης γενιάς του ’70, η Α. Φραντζή, παραθέτει και διερευνά έξι ποιήματα, σκόρπια σε περιοδικά της εποχής. Αν και “πρωτόλεια” συνιστούν αναπόσπαστο κομμάτι του όλου έργου. Κατά τη μελετήτρια, το μόνο που λείπει από αυτά είναι η ειρωνική διεργασία που ήρθε με την ωρίμανση. Για το κυρίως ποιητικό σώμα φιλοξενείται ένα παλαιότερο κείμενο του Γ. Δάλλα, δημοσιευμένο το 1972. Συνεχίζει η Δ. Μέντη με τη συνανάγνωση βασικών εκπροσώπων της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς, κατ’ επέκταση και της σχετικής μελέτης που εξέδωσε, το 1995. Επίσης, αναδημοσιεύεται παλαιότερη ομιλία της Β. Αποστολίδου για το περιοδικό «Κριτική» του Αναγνωστάκη. Σχετικά βραχύβιο, 18 τεύχη σε τρία χρόνια, ωστόσο σημαντικό. Κατά την εκτίμηση της μελετήτριας, η ουσιαστική συμβολή του έγκειται στο γεγονός ότι μέσω αυτού, εκφράστηκε “η υποκειμενικότητα” της συγκεκριμένης γενιάς.
Τις προκαταλήψεις του εναντίον του επιθέτου, ύποπτου για κούφια ρητορεία, μάχεται ο Μ. Σουλιώτης και καταλήγει πως ο Αναγνωστάκης χρησιμοποιεί, κατά τη βολή του, επίθετα και κοινότοπες, καθημερινές λέξεις, αντλώντας τελικά καίριους στίχους. Αν και παραθέτει όλα τα τεκμήρια για τις προτιμήσεις και συγγένειες του Αναγνωστάκη, όπου εμμέσως φαίνεται και η απόσταση του από τη σολωμική ποίηση, ο Π. Μπουκάλας επιμένει να ακούει αντηχήσεις και να διαπιστώνει συγκλίσεις στη γλωσσική, πολιτική και ηθική ποιητική.
Εμπνευσμένα κείμενα υψηλών θερμοκρασιών γράφουν οι Γ. Κουβαράς, Θ. Νιάρχος, Γ. Πλαχούρης, Ηλ. Λάγιος, ενώ ο Μ. Λουκάκης χαρίζει στον τιμώμενο ένα ποίημα του. Με την ευαισθησία του τεχνοκριτικού, ο Μ. Στεφανίδης ανακαλύπτει στα ποιήματα του Αναγνωστάκη μια βαθύτερη εικαστικότητα. Τέλος, ο Β. Λαλιώτης κάνει τη διάγνωση μιας αίσθησης κεκορεσμένου στην κριτική αποτίμηση του έργου του Αναγνωστάκη. Αίσθηση που ίσως να οφείλεται και στην Αριστερά, όπως απλοποιεί τον ίσκιο της στον ποιητή και τους κριτές του. Μήπως ήρθε ο καιρός να τεθούν καινούργια ερωτήματα, προπαντός, από διαφορετική οπτική γωνία; Τα ποιήματα του Αναγνωστάκη έχουν μια δραστικότητα αντίστοιχη, κάποτε, με την καβαφική. Ανέκαθεν ο Αναγνωστάκης πρόσφερε στίχους για τις δικές μας σκέψεις και αισθήματα· από το «Χειμώνας 1942» στο «Επιτύμβιον» του Λαυρέντη και το «ΥΓ.».
Μ. Θεοδοσοπούλου
Εφημερίδα «Η Εποχή», 04-03-2001